ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αναπληρωτής Διευθυντής 251 Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας / Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών / Μετεκπαιδευθείς εις Royal Brompton Hospital / Imperial College University, St Thomas Hospital, London, UK / Μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Αλλεργιολογίας και Kλινικής Ανοσολογίας / Επιστημονικός συνεργάτης του Δ.Θ.Κ.Α.Υγεία

Ιατρείο: Αγίου Τρύφωνος 3 & Γούναρη 41, Άνω Γλυφάδα 

ΜΗ ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ

Χρόνια ρινίτιδα είναι η εμφάνιση δύο τουλάχιστον συμπτωμάτων, επί τουλάχιστον μια ώρα ημερησίως επί τουλάχιστον δώδεκα εβδομάδες ανά έτος, από τα εξής τέσσερα: καταρροή, πταρμοί, συμφόρηση, κνησμός. Η χρόνια ρινίτιδα διακρίνεται σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες: αλλεργική, μη αλλεργική, λοιμώδης, μεικτού τύπου. Η λοιμώδης ρινίτιδα συνήθως είναι οξεία, οφείλεται σε ιο και αυτοπεριορίζεται, γνωστή σαν κοινό κρυολόγημα. Όμως η λοιμώδης ρινίτιδα μπορεί να είναι παρατεταμένη και να επιπλακεί με βακτηριακή λοίμωξη ειδικά σε ασθενείς με συλλογή, ξένο σώμα, διάτρηση. Κρούστες και χρωματιστές βλέννες θεωρούνται χαρακτηριστικά.

Η μη αλλεργική ρινίτιδα περιλαμβάνει ένα ετερογενές γκρουπ ρινίτιδων: φαρμακευτική, τρίτης ηλικίας, ορμονική ρινίτιδα (συμπεριλαμβάνεται η της εγκυμοσύνης, μη αλλεργική επαγγελματική, γευστική ρινίτιδα και ιδιοπαθής ρινίτιδα. Στην πραγματικότητα ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών ανήκει στη μεικτή ρινίτιδα. Κλασσικό παράδειγμα αποτελούν οι ασθενείς με ολοετή ρινίτιδα και θετικές δερματικές δοκιμασίες σε εποχικά αλλεργιογόνα όπως γύρεις.

Εκτιμάται ότι περισσότεροι από 200 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως πάσχουν από χρόνια μη αλλεργική ρινίτιδα. Το άσθμα συνοδεύει τόσο την αλλεργική όσο και την μη αλλεργική ρινίτιδα αλλά με διαφορετικούς φαινοτύπους.

Η διάγνωση της μη αλλεργικής ρινίτιδας στηρίζεται κατ αρχήν στο ιατρικό ιστορικό και τον αποκλεισμό πιθανώς υποκλινικής ευαισθησίας ή χρόνιας παραρρινοκλπίτιδας. H ρινοσκόπηση είναι απαραίτητη ώστε να αξιολογηθούν αντίστοιχα σημεία αλλά δεν είναι πάντα αρκετή και κατά περίπτωση μπορεί να χρειασθεί απεικόνιση με αξονική τομογραφία στις περιπτώσεις που υπάρχει πιθανή χρόνια ρινοπαραρρινοκλπίτιδα με ή χωρίς ρινική πολυποδίαση.

Η πρόκληση με αλλεργιογόνα μπορεί να είναι απαραίτητα στις περιπτώσεις της εντοπισμένης αλλεργικής ρινίτιδας (LAR) της αλλεργικής ρινίτιδας με αρνητικές δερματικές δοκιμασίες. Ο μικροβιολογικός έλεγχος δεν συνίσταται σε μη λοιμώδη ρινίτιδα διότι το θετικό αποτέλεσμα δεν σημαίνει απαραιτήτως λοίμωξη.

Ο κυτταρολογικός έλεγχος μπορεί να είναι χρήσιμος σε περιπτώσεις LAR ή ηωσινοφιλικής μη αλλεργικής ρινίτιδας.

Η μέτρηση ολικής ή ειδικής IgE σε ρινικές εκκρίσεις γίνεται σε ειδικά κέντρα και προς το παρόν δεν αποτελεί έλεγχο ρουτίνας. Το ίδιο συμβαίνει και στον έλεγχο ρινικής υπεραντιδραστικότητας.

Footer logos 1
Footer logos 2
Footer logos 3