ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αναπληρωτής Διευθυντής 251 Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας / Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών / Μετεκπαιδευθείς εις Royal Brompton Hospital / Imperial College University, St Thomas Hospital, London, UK / Μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Αλλεργιολογίας και Kλινικής Ανοσολογίας / Επιστημονικός συνεργάτης του Δ.Θ.Κ.Α.Υγεία

Ιατρείο: Αγίου Τρύφωνος 3 & Γούναρη 41, Άνω Γλυφάδα 

ΑΛΛΕΡΓΙΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ ΗΛΙΟ

Η έκθεση στον ήλιο μπορεί ναπροκαλέσει διαφορετικές αντιδράσεις περα από τα συνήθη εγκαύματα πρώτου βαθμού. Μερικές χαρακτηριστικές είναι οι φωτοδερματίτιδες, το πολύμορφο εκ φωτός ερύθημα, η ηλιακή κνίδωση.

Η ηλιακή κνίδωση η οποία προκαλείται από την αντίδραση υπερευαισθησίας στο ηλιακό φως και πρωτοπεριγράφηκε το 1904 από τον Merklen είναι μια σπάνια φυσική κνίδωση και οι πληροφορίες σχετικά με αυτή στηρίζονται σε δημοσιεύσεις μεμονωμένων περιστατικών.

Επιδημιολογία

Η ηλιακή κνίδωση αποτελεί το 0.5% των περιπτώσεων κνίδωσης (13). Είναι πιο συχνή στο θήλυ πληθυσμό ενώ εμφανίζεται πιο συχνά στη τρίτη δεκαετία της ζωής (14). Η σημασία των προδιαθεσικών παραγόντων όπως η ηλικία, η ατοπία, το μήκος κύματος της ηλιακής ακτινοβολίας, η φυλή, η περιοχή φαίνεται να διαφέρουν στη βιβλιογραφία.

Κλινική εικόνα

Η ηλιακή κνίδωση είναι δυνατόν να εμφανιστεί μόνο με ερύθημα ή κνησμό και συνεπώς υπάρχει περίπτωση να χρήζει διαφορικής διάγνωσης από έγκαυμα. Συνήθως όμως είναι μια κλασσική εικόνα κνίδωσης λίγα λεπτά μετά την έκθεση στον ήλιο. Έχει περιγραφεί μια περίπτωση επιβραδυνόμενης ηλιακής κνίδωσης (15).

Η εικόνα της ηλιακής κνίδωσης δεν διαφέρει από των άλλων κνιδώσεων. Το στοιχείο που θέτει την υποψία είναι η εντόπιση των βλαβών που αφορούν στα εκτεθειμένα στον ήλιο σημεία. Οι ανατομικές περιοχές που εκτίθενται πιο συχνά είναι και λιγότερο ευαίσθητες. Η ήπια έκθεση μπορεί να προκαλέσει μόνο ερύθημα και κνησμό ενώ η πιο παρατεταμένη έκθεση πομφούς. Η συστηματική αναφυλακτική αντίδραση είναι πιθανή (1).

            Συνήθως η απομάκρυνση από τον ήλιο έχει σαν αποτέλεσμα την ταχεία υποχώρηση των βλαβών. Παρατεταμένη διάρκεια των βλαβών θέτει υποψία πολύμορφου εκ φωτός ερυθήματος. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι βλάβες παρουσιάζονται επίσης στα εκτεθειμένα μέρη αλλά συνήθως όχι στο πρόσωπο και διαρκούν 2-6 μέρες. Η άλλη διαταραχή που μπορεί να τεθεί στη διαφοροδιάγνωση είναι η ερυθροποιητική πρωτοπορφυρία στην οποία οι βλάβες μοιάζουν με αυτές της κνίδωσης αλλά συνήθως είναι επίπονες και όχι κνησμώδεις. Συνήθως εμφανίζεται σε παιδική ηλικία και συνοδεύεται από θετικό οικογενειακό ιστορικό. Αν η κλινική εικόνα δεν αποσαφηνίζει τη διάγνωση η μέτρηση πρωτοπορφυρίνης στο αίμα τη θέτει ή την αποκλείει οριστικά.

Παθογένεια

Ως πιθανός μηχανισμός έχει υποτεθεί η ύπαρξη ενός παράγοντα ο οποίος ενεργοποιείται από συγκεκριμένου μήκους κύματος ηλιακή ακτινοβολία και μετατρέπεται σε αλλεργιογόνο. Τέτοιος παράγοντας δεν έχει ακόμα απομονωθεί.

Φαίνεται να υπάρχει ποικιλία μηχανισμών με βάση το υποθετικό αυτό φωτοαλλεργιογόνο. Ο Leenutphong και συν έχουν προτείνει δύο τύπους ηλιακής κνίδωσης με βάση το μηχανισμό (16).Οι ασθενείς που ανήκουν στο τύπο Ι συνθέτουν ένα πρόδρομο μόριο το οποίο δεν μπορεί να βρεθεί στους υγιείς ενώ οι τύπου ΙΙ κατέχουν ένα πρόδρομο μόριο το οποίο έχουν όλοι. Αυτοί οι δύο τύποι αντιδρούν διαφορετικά στα πειράματα παθητικής μεταφοράς: οι τύπου Ι δεν αντιδρούν πάντα θετικά γιατί θα πρέπει στο μεταφερόμενο ορό να εμπεριέχεται ο παράγοντας ενώ οι τύπου ΙΙ πάντα αντιδρούν θετικά αφού ο παράγοντας υπάρχει σε όλους (17).

Το άλλο ζήτημα είναι αν ο πρόδρομος παράγοντας βρίσκεται στην κυκλοφορία διότι υπάρχει μελέτη η οποία υποστηρίζει την ύπαρξη τέτοιου παράγοντα στο δέρμα (16).

Διάγνωση

Το ιστορικό δεν είναι πάντα αρκετό να θέσει από μόνο του τη διάγνωση. Έτσι χρησιμοποιούνται test με έκθεση του δέρματος σε διαφορετικού μήκους κύματος ακτινοβολία και διαφορετικής έντασης μέσω μονοχρωματικής πηγής φωτός. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις ασθενών στους οποίους η διαγνωστική δοκιμασία ήταν αρνητική αλλά η έκθεση στο φυσικό ηλιακό φως ή σε υψηλής έντασης υπεριώδη ακτινοβολία θετική (18). Αρκετοί ασθενείς φαίνεται να αναπτύσσουν ένα φάσμα το οποίο αναστέλλει την αντίδραση. Αν αυτό εφαρμοσθεί στη διάρκεια ή αμέσως μετά από του δραστικό φάσμα μπορεί να αναστείλει τη αντίδραση. Φαίνεται όμως ότι αν εφαρμοσθεί πριν δεν βοηθάει και έτσι δεν μπορεί να δράσει προληπτικά (19).

Αντιμετώπιση

Η αντιισταμινική αγωγή είναι αποτελεσματική στην ηλιακή κνίδωση. Τα τοπικά και τα peros στεροειδή μπορούν επίσης να βοηθήσουν. Η επαναλαμβανόμενη έκθεση αυξάνει την αντοχή, προκαλώντας σε ένα βαθμό απευαισθητοποίηση κατά κάποιο τρόπο. Η πλασμαφαίρεση, η PUVA και ο συνδυασμός τους έχουν επίσης θετικά αποτελέσματα αλλά και παρενέργειες (20). Ενδεχομένως η αντι IgE θεραπεία επίσης να είναι αποτελεσματική σε αυτούς τους ασθενείς.

Η φυσική πορεία της νόσου είναι συμβατή περισσότερο με παραμονή των συμπτωμάτων παρά με υποχώρηση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Orfan NA, Kolski GB. Physical urticarias. Ann Allergy 1993;71(3):205-12.

2.Kontou-Fili K, Borici-Mazi R, Kapp A, Matjevic LJ, Mitchel FB. Physical urticaria: classification and diagnostic guidelines: an EAACI position paper. Allergy 1997;52(5):504-13.  

3. Greaves M. Chronic urticaria. J Allergy Clin Immunol 2000;105(4):664-72.

4. Warner DM, Ramos-Caro FA, Flowers FP. Famotidine (pepcid)-induced symptomatic dermatographism. J Am Acad Dermatol 1994;31(4):677-8

5. Garafalo J, Kaplan A. Histamine release and therapy of severe dermatographism. J Allergy Clin Immunol 1981;68(2):103-5.  

6. Murphy GM, Zollman PE, Greaves MW, Winkelmann RK. Symptomatic dermographism (factitious urticaria) — passive transfer experiments from human to monkey. Br J Dermatol 1987;116(6):801-4.

7.Deutsch PH. Dermatographism treated with hydroxyzine and cimetidine and ranitidine [letter]. Ann Intern Med 1984;101(4):569.

8. Juhlin L, De Vos C, Rihoux J-P. Inhibiting effect of cetirizine on histamine-induced and 48/80-induced wheals and flares, experimental dermographism and cold-induced urticaria. J Allergy Clin Immunol 1987;80:599-602.  

9. Johnsson M, Flak ES, Volden G. UV-B treatment of factitious urticaria. Photodermatol 1987;4:302-4.

[10 Grant JA, Findlay JR, Thueson DO, Fine DP, Krueger GG. Localized heat urticaria/angioedema: evidence for histamine release without complement activation. J Allergy Clin Immunol 1981;67(1):75-7

11.Michaelsson G, Ros AM. Familial localized heat urticaria of delayed type. Acta Derm Venereol 1971;51(4):279-83.  

12. Kaplan AP. Urticara and angioedema. In: AdkinsonNF, YungigerJW, BusseWW, BochnerBS, HolgateST, SimonsFER, editors. Middleton's allergy principles & practice Philadelphia: Mosby; 2003. p. 1537-58.

13. Humphreys F, Hunter JA. The characteristics of urticaria in 390 patients. Br J Dermatol 1998;138(4):635-8.  

14. Uetsu N, Miyauchi-Hasimoto H, Okamoto H, Horio T. The clinical and photobiological characteristics of solar urticaria in 40 patients. Br J Dermatol 2000;142(1):32-8

15.Monfrecola G, Nappa P, Pini D. Solar urticaria with delayed onset: a case report. Photodermatol 1988;5:103-4

16.Leenutaphong V, Hölzle E, Plewig G. Pathogenesis and classification of solar urticaria: a new concept. J Am Acad Dermatol 1989;21:237-40.  


17. Grabbe J. Pathomechanisms in physical urticaria. J Investig Dermatol Symp Proc 2001;6:135-6.

18. Ryckaert S, Roelandts R. Solar urticaria: A report of 25 cases and difficulties in phototesting. Arch Dermatol 1998;134(1):71-4.

19. Hasei K, Ichihashi M. Solar urticaria: detection of action and inhibition spectra. Arch Dermatol 1982;118:346-50

20. Hudson-Peacock MJ, Farr PM, Diffey BL, Goodship PH. Combined treatment of solar urticaria with plasmapheresis and PUVA. Br J Dermatol 1993;128(4):440-2.

 

Footer logos 1
Footer logos 2
Footer logos 3